Διάβασα αυτό το βιβλίο αυτό το Σαβ/κο. Παρά τις περισσότερες από 230 σελίδες του "φεύγει" γρήγορα μιας και είναι γεμάτο με εικόνες. Επίσης, με εξαίρεση μερικά "δοκίμια" της μιας σελίδας το υπόλοιπο κείμενο είναι σε μορφή παραγράφων/λεζάντων. Ο συγγραφέας ηγείται ενός από τα γκρουπ του Media Lab στο ΜΙΤ και σε αυτό το βιβλίο παρουσιάζει υπό μια έννοια τη δουλειά της ομάδας του τα τελευταία 4 χρόνια. Ουσιαστικά, το βιβλίο χωρίζεται σε 7 θεματικές ενότητες (Space, Living, Type, Tool, Physical, Education, Beyond) και σε κάθε μια απο αυτές αντιστοιχεί ένας αριθμός από μονοσέλιδες παρουσιάσεις της δουλειάς των μαθητών του Maeda. Αυτές οι παρουσιάσεις γίνονται με τη μορφή στιγμιότυπων από την οθόνη ενός υπολογιστή ή φωτογραφιών και μικρών επεξηγηματικών κειμένων.
Δε μπορώ να πω ότι κατάλαβα μεγάλο κομμάτι του βιβλίου - το οπτικό υλικό ήταν εκ των πραγμάτων δύσκολο να συλλάβει έννοιες που έχουν να κάνουν με κίνηση και ανάδραση και τα κείμενα των μαθητών του μου φάνηκαν μερικές φορές υπερβολικά αόριστα. Ίσως αυτό έχει να κάνει με το ότι δεν έχω συνηθίσει να διαβάζω τέτοιου είδους λόγο ο οποίος βασίζεται αρκετά στη φαντασία του αναγνώστη - παρά στη περιγραφικότητα του γράφοντος.
Παρόλα αυτά - ή μάλλον λόγω αυτών - ήταν αρκετά διαφορετικό από όσα έχω συνηθίσει και κατά συνέπεια "διαφωτιστικό"/διευρυντικό οριζόντων. Το ενδιαφέρον έγκειται στις νέες (για μένα) ιδέες τον σπόρο των οποίων προσφέρουν σε λιγότερο ή περισσότερο τελειωμένη μορφή οι μαθητές του Maeda. Για παράδειγμα, ο Casey Reas υποστηρίζει ότι ο προγραμματισμός δε χρειάζεται να γίνεται με το παραδοσιακό μέσο του κειμένου. Αντίθετα, μπορεί να υπάρχουν πιο οπτικά μέσα δημιουργημένα από "visual artists and designers" ή έστω γλώσσες προγραμματισμού οι οποίες θα είναι υβρίδια γλωσσών και κειμένου (μήπως αυτό ήδη γίνεται με το Flash; δε ξέρω). Η πρώτη αντίδραση μου σε αυτό είναι ότι πράγματι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στο να φτιαχτεί πχ ένα καλύτερο Photoshop ή Quarkexpress. Ο Martin Wattenberg προτείνει όμως ότι θα μπορούσε έτσι να επιτευχθεί (αν αποφεύγονταν οι παγίδες) η αποδοτικότερη συνομιλία μας ακόμα και με επιστημονικά δεδομένα και συγκεκρίμενα την οπτικοποίηση/απεικόνιση τους με τρόπο που να αποκαλύπτει τα περισσότερα δυνατά στοιχεία.
Μια άλλη εντυπωσιακή ιδέα ήταν η μελλοντική δημιουργία ενός font που με κάποιο τρόπο θα μπορεί να "ακούει" ή να "μιλάει", δηλαδή να μπορεί να συμπεριλαμβάνει στην εικόνα των χαρακτήρων του τον τόνο της φωνής και κατ' επέκταση ίσως μέρος του συναίσθηματος του ομιλητή/συγγραφέα (Peter Cho). Άλλωστε, σε βάθος χρόνου ο Golan Levin πιστεύει ότι ο υπολογιστής ως μέσο έκφρασης και εργαλείο θα έρθει να επηρέασει τόσο τη φυσιολογία και τη βιολογία μας που θα γίνει αναπόσπαστο στοιχείο μας με τον ίδιο τρόπο που η ομιλία έφερε στον άνθρωπο τις τόσο δραματικές αλλαγές που τον έκαναν αυτό που είναι τώρα. Και φυσικά το αν αυτή η αλληλεπίδραση θα γίνεται με την ακοή, την ομιλία, τις οσμές ή οποιοδήποτε συνδυασμό τους, αν ο υπολογιστής έχει φτερά, ρόδες ή οθόνες δεν έχει τόσο σημασία (σε ένα βαθμό αυτά είναι ήδη παρόντα άλλωστε) όσο το πως θα ταιριάξουν όλα αυτά στη ζωή μας (Elise Co). Εδώ έρχεται ο ρόλος ενός νέου είδους designer (δε μου πολυαρέσει η λέξη) και όχι απλώς ενός enginner που θα κληθεί να παντρέψει το physical κομμάτι με το υπολογιστικό, το πραγματικό με το εικονικό (Daniel Rozin).
Πέρα από τις ιδέες υπάρχουν και διάφορες εκτελέσεις που μου έκαναν εντύπωση. Για παράδειγμα, ο Simon Greenwold,
μετέτρεψε την ιεραρχία των folders ενός website σε δωμάτια που ενώνονται μεταξύ τους και στα οποία μπορεί να περιηγηθεί κανείς χρησιμοποιώντας τη μηχανή του Doom (ή του Quake;). Μια
εικόνα πολλαπλασιάζεται σε μέγεθος επισυνάπτοντας τμήματα της με επαναληπτικό τρόπο πέρα από τα στενά όρια του "κάδρου" της (Βenjamin Fry). Μια
γραμματοσειρά φτιάχνεται με το κάθε γράμμα να είναι η τροχιά μιας μπάλας που αναπηδά σε ένα πλαίσιο (Tom White). O Golan Levin και ο Benjamin Fry πειραματίστηκαν με την αλλοίωση μιας εικόνας όχι άμεσα πάνω της αλλά στο χώρο των συχνοτήτων που την απαρτίζουν (δε βρήκα σύνδεσμο για αυτό). Και περιέργως έπεσα και στη γνώριμη ιδέα της ύπαρξης ενός αριθμού εφαρμογών που θα τρέχουν σε κάποια κεντρική ιστοσελίδα και ο καθένας θα μπορεί να την επισκέπτεται για να κάνει πχ επεξεργασία ήχου, εικόνας και video - αντί να τρέχει τις εφαρμογές στο μηχάνημα του. Η ιδέα είναι γνώριμη επειδή οι κύριοι του Google φημολογείται ότι ετοιμάζουν το ίδιο πράγμα. Αυτό θα πει τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται.
Το πιο αμφιλεγόμενο συναίσθημα που κυριαρχούσε σχεδόν σε όλο το βιβλίο όμως είναι αυτό το "Ε και;" που μου έμενε συχνά όποτε καταλάβαινα τι είχε καταφέρει ο κάθε μαθητής στο project του. Παρόλο δηλαδή που έβλεπα λιγότερο ή περισσότερο τη λογική του (επειδη η λεζάντα την εξηγούσε), έμενα να αναρωτιέμαι το γιατί το έκανε και ποια θα είναι η εφαρμογή του. Το περίεργο ήταν ότι ακόμα και αν δεν υπήρχε χρηστικότητα, δε μπορούσα να το δω ούτε ως τέχνη (όπως μου φάνηκε ότι παρουσιάζονταν κάποια projects). Ίσως τα παραπάνω πρακτικά παραδείγματα (εκτός του τελευταίου) να δείχνουν τι εννοώ. Πέρα από την πιθανή έλλειψη παιδείας μου στο μάθημα των καλλιτεχνικών, ένας λόγος που δε "πιάνω" τι εννοούν είναι ότι ίσως είμαι προκατειλημμένος ότι το ΜΙΤ είναι πιο τεχνολογικού απ' ότι "καλλιτεχνικού" προσανατολισμού. Ως τέτοιο περίμενα ότι έχουν μια πιο πρακτική αντιμετώπιση που μοιάζει λιγότερο με το "ψάχνουμε κι ό,τι βρούμε" και περισσότερο με το "έχουμε σαφείς στόχους που θέλουμε να πετύχουμε". Μου έδωσαν την εντύπωση ότι δεν υπάρχει κάτι που να δένει όλα αυτά τα projects μαζί - μια απτή κοινή κατεύθυνση.
Από την άλλη το μότο του Maeda είναι "Don't think, just do". Παράλληλα (και αυτό είναι το εντυπωσιακό), η συμβουλή του σε όσους θέλουν να έρθουν στην ομάδα του είναι αν έχουν τεχνικό υπόβαθρο να εκπαιδευτούν σε arts ή design, ενώ αν έχουν καλλιτεχνικό υπόβαθρο να μάθουν κάποια πράγματα για προγραμματισμό ή ηλεκτρονικά και μετά μπορεί να ξεκινήσουν. Αν μη τι άλλο, αυτή η άποψη του παραπέμπει περισσότερο σε ένα μάλλον άπιαστο πρότυπο homo universalis - που ίσως είναι αναμενόμενα και ελαφρώς ακατάληπτο από εμάς τους υπόλοιποι.