Saturday, May 28, 2005

Η χαμένη λεωφόρος (Βουλιαγμένης)

Γυρνάς σπίτι το βράδυ, στέκεσαι μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας και πατάς το θυροτηλέφωνο. Λεπτομέρεια: μένεις μόνος σου.

Αυτή θα μπορούσε να είναι περιγραφή σκηνής από τη Χαμένη Λεωφόρο του D. Lynch, αλλά τώρα βρίσκεσαι απλώς στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης. Αυτό που μένει είναι κτυπήσει το θυροτηλέφωνο κάποια στιγμή στο μέλλον και να ακούσεις προσεκτικά τις σκέψεις που έκανες εκείνο το βράδυ.

When things start getting weird, οφείλεις να αρχίσεις να παίζεις πάλι με τις παραμέτρους. ΜΑΤιπάειστραβάLAB. Άλλαξε αυτό, έλεγξε εκείνο και πάλι από την αρχή. Αλλιώς θα αρχίσεις να ξυπνάς με παραμορφωμένες γκέισες δίπλα σου.

Wednesday, May 25, 2005

Pressure











Στην ουρά για τον Κωνσταντίνο Β.


Σε κατεβασμένα ρολά μαγαζιού - μου θύμισε το "Είσοδος μόνο για τρελούς"


Ελευθερία ή θάνατος;




Tuesday, May 10, 2005

Μπλουζάκι στο μετρό

Έλεγε απλως:

PHinisheD


Eτεροχρονισμένο post αλλά πολύ to the point.

Monday, May 09, 2005

5 συγκροτήματα

Δε ξέρω με τι προσδοκίες πήγα στο Elfentanz το προηγούμενο Σάββατο - μάλλον περίμενα να βαρεθώ. Ο λόγος είναι ότι αν και ο ήχος μου ήταν γνώριμος για τα περισσότερα συγκροτήματα στην πραγματικότητα μόνο ένα ήξερα κάπως καλά (τους Covenant) και σκόρπια τραγούδια από άλλα δύο (Project Pitchfork και Deine Lakaien). Τα άλλα δύο μου ήταν παντελώς άγνωστα (Ding an Sich και In the nursery). Στο τέλος όμως σίγουρα έμεινα ευχαριστημένος.

Καταρχήν, βγήκαν οι Έλληνες Ding an Sich οι οποίοι παίξαν μάλλον λίγο και μάλλον απλά "για να παίξουν". Όσο και να προσπαθούσε η ντυμένη στα κόκκινα τραγουδίστρια τους δεν τους έβγαινε. Επίσης, τον κιμπορντίστα τους νόμιζω τον είχα δει και στους Άτρια. Ή ήταν και στους Άστυπλαζ; Και οι Project Pitchfork που παίξαν τρίτοι δεν είχαν να δώσουν κάτι - εκτός ίσως από ένα δυο τραγούδια στην αρχή - πέρα από χαμηλών τόνων θόρυβο.

Δεύτεροι παίξαν οι In the nursery που ήταν και η πρώτη έκπληξη της βραδιάς. Πριν βγουν στη σκηνή δυο ζευγάρια τεράστια τύμπανα στήθηκαν στο πίσω μέρος της, δύο στον τοίχο και δύο κάτω και τα οποία επρόκειτο να είναι το κύριο στοιχείο της μουσικής τους. Ο ρυθμός που έδιναν αυτά και ένα μικρό τύμπανο (αλά ο μικρός τυμπανιστής - νομίζω όμως ότι είχε και κάποιο "ηλεκτρικό" κομμάτι ο ήχος του) άλλες στιγμές ξεσηκώναν και άλλες σε συνδυασμό με το αρμόνιο φτιάχνανε μια πολύ παγανιστική ατμόσφαιρα. Η τραγουδίστρια τους χόρευε (και αυτό ήταν θέαμα από μόνο του) ή έτρεχε πάνω κάτω πότε τραγουδώντας, πότε παίζοντας ντραμς και πότε χτυπώντας τα μεγάλα τύμπανα μαζί με έναν άλλο. Χαρακτηριστική ήταν η στιγμή που παίζαν πλάτη-πλάτη και φαινόντουσαν 4 χέρια να κινούνται σε πλήρη συχρονισμό με την μουσική. Τη μουσική τους η οποία είχε πάντα ρυθμό και ποτέ δε ξέφευγε να γίνει εντελώς πρωτόγονη. Αξίζουν σίγουρα σα συγκρότημα και η Χ. λέει ότι έχουν βγάλει "πάρα πολλούς δίσκους" - είναι μπάντα 25 χρόνια τουλάχιστον και ήταν η πρώτη φορά που ήρθαν Ελλάδα.

Μετά, τέταρτοι παίξανε οι Covenant οι οποίοι δε χρειάζονται ούτε συστάσεις ούτε περιγραφή. Γενικά, η πιο "σουξέ" και πιο χορευτική από όλες τις μπάντες του φεστιβάλ δεν είχαν κανένα πρόβλημα να ξεσηκώσουν το πλήθος. Ειδικά σε μερικά κομμάτια ήταν απίστευτο το συναίσθημα του συντονισμού όλου του κόσμου με τη μουσική. Κουστουμαρισμένοι και οι τρεις δε τους πρόσεχα σχεδόν καθόλου. Χαρακτηριστική ήταν η έλλειψη οργάνων: μόνο ένα αρμόνιο, κάτι ηλεκτρονικά και φωνή. Ατελείωτος χορός σε σημείο του να εύχεσαι να μην ήταν τόσο πήχτρα το Gagarin για να έχεις κι άλλο χώρο.

Το ξεβίδωμα δεν φάνηκε να ήταν και τόσο καλή ιδέα όταν λίγο μετά ήρθαν στη σκηνή οι Deine Lakaien - η δεύτερη έκπληξη της βραδιάς - θυμίζοντας μου ότι υπάρχει άλλη μια ώρα μπροστά. Από τα αριστερά προς τα δεξιά της σκηνής υπήρχε ένα παράξενο πιάνο με κρουστά στη "πλάτη" του, δύο βιολιά, κάτι που έμοιαζε με ηλεκτρικό τσέλο, ένα μπάσο και φυσικά η φωνή στο κέντρο. Ο πιανίστας ήταν ένας γκριζομάλλης που εμφανισιακά μόνο Γάλλος θα μπορούσε να ήταν. Οι 2 βιολίστριες συμπλήρωναν η μια την άλλη, ψηλόλιγνες και οι δυο, η μια με ακατάστατα μαλλιά (βλ. Τσανακλίδου), η άλλη με δεμένα κότσο πίσω. Η πρώτη έκανε απότομες κινήσεις, της δεύτερης ήταν απολύτως μετρημένες και επαναλαμβανόμενες. Ο τσελίστας έπαιζε σα να χορεύει τανγκό με το τσέλο στη θέση της ντάμας του αλλά στημένος στο ίδιο σημείο. Άλλες φορές το έπιανε ως κιθάρα και άλλοτε τίναζε τα ακατάστατα μαλλιά του σα μαέστρος. Ο μπασίστας είχε άσπρα κοντοκουρεμένα μαλλιά και είτε ήταν απολύτως ανέκφραστος είτε επιδείκνυε σωματικό πόνο όποτε έπαιζε. Και μετά ήταν ο τραγουδιστής: με ένα από τα πιο ιδιότυπα κουρέματα που έχω δει (τόνοι λακ) η φωνή του ήταν από μια εντελώς άλλη διάσταση - ο ορισμός της απόκοσμης. Η μουσική τους σε μαγνήτιζε - πολύ ατμοσφαιρική και ένιωθα ότι ακόμα και το πως παίζανε τα μουσικά τους όργανα ήταν υπολογισμένο να προσφέρει στην εμπειρία - σα χορός. Ίσως η ελλειπής κλασική παιδεία μου (βλ. σε συμφωνικη μουσική) να το έκανε εύκολο να εντυπωσιαστώ απλά και μόνο με τις συντονισμένες κινήσεις των δοξαριών των βιολιών αλλά ήταν στιγμές που η μουσική και οι κινήσεις των τριών έγχορδων στο κέντρο της σκηνής σε έφερνε μπροστα σε τρεις μάγισσες που χορεύουν γύρω από τη φωτιά στην πανσέληνο. Μαγικά.

Το Gagarin ήταν γεμάτο αν και όχι ασφυκτικά (όπως φαντάζομαι θα συνέβαινε την ίδια στιγμή στο Ρόδον που παίζανε τα Κρίνα). Τα κλασικά πλάσματα είχαν βγει από τις τρύπες τους και το ποσοστό μαύρων τοπ και t-shirt ήταν περίπου 90%. Όταν άναψαν τα φώτα δεν ήταν ότι υπήρχε ένας ενθουσιασμός στην ατμόσφαιρα όπως καμιά φορά νιώθει κανείς μετά από μεγάλες συναυλίες. Όμως το χάρηκα που πήγα τελικά. Προς το τέλος και μετά τα δύο encore των Deine Lakaien η αφόρητη κούραση των περίπου 7 ωρών στο πόδι είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή άλλωστε. Αυτό βέβαια δεν με εμπόδισε να πάω για ένα ποτό στον ΚάτωΚόσμο - όπου γινόταν εφάμιλος πανικός. Όλοι φαίνεται πήγαν εκεί μετά τη συναυλία.

Και αυτή ήταν μια νύχτα που άξιζε. Μου φαίνεται είναι ώρα να εγκαταστήσω το Soulseek...

Saturday, May 07, 2005

A link

Τα είχα δει και σε έντυπη μορφή στην Αγγλία - άραγε υπάρχουν κι εδώ;

Monday, May 02, 2005

Creative Code, John Maeda

Διάβασα αυτό το βιβλίο αυτό το Σαβ/κο. Παρά τις περισσότερες από 230 σελίδες του "φεύγει" γρήγορα μιας και είναι γεμάτο με εικόνες. Επίσης, με εξαίρεση μερικά "δοκίμια" της μιας σελίδας το υπόλοιπο κείμενο είναι σε μορφή παραγράφων/λεζάντων. Ο συγγραφέας ηγείται ενός από τα γκρουπ του Media Lab στο ΜΙΤ και σε αυτό το βιβλίο παρουσιάζει υπό μια έννοια τη δουλειά της ομάδας του τα τελευταία 4 χρόνια. Ουσιαστικά, το βιβλίο χωρίζεται σε 7 θεματικές ενότητες (Space, Living, Type, Tool, Physical, Education, Beyond) και σε κάθε μια απο αυτές αντιστοιχεί ένας αριθμός από μονοσέλιδες παρουσιάσεις της δουλειάς των μαθητών του Maeda. Αυτές οι παρουσιάσεις γίνονται με τη μορφή στιγμιότυπων από την οθόνη ενός υπολογιστή ή φωτογραφιών και μικρών επεξηγηματικών κειμένων.

Δε μπορώ να πω ότι κατάλαβα μεγάλο κομμάτι του βιβλίου - το οπτικό υλικό ήταν εκ των πραγμάτων δύσκολο να συλλάβει έννοιες που έχουν να κάνουν με κίνηση και ανάδραση και τα κείμενα των μαθητών του μου φάνηκαν μερικές φορές υπερβολικά αόριστα. Ίσως αυτό έχει να κάνει με το ότι δεν έχω συνηθίσει να διαβάζω τέτοιου είδους λόγο ο οποίος βασίζεται αρκετά στη φαντασία του αναγνώστη - παρά στη περιγραφικότητα του γράφοντος.

Παρόλα αυτά - ή μάλλον λόγω αυτών - ήταν αρκετά διαφορετικό από όσα έχω συνηθίσει και κατά συνέπεια "διαφωτιστικό"/διευρυντικό οριζόντων. Το ενδιαφέρον έγκειται στις νέες (για μένα) ιδέες τον σπόρο των οποίων προσφέρουν σε λιγότερο ή περισσότερο τελειωμένη μορφή οι μαθητές του Maeda. Για παράδειγμα, ο Casey Reas υποστηρίζει ότι ο προγραμματισμός δε χρειάζεται να γίνεται με το παραδοσιακό μέσο του κειμένου. Αντίθετα, μπορεί να υπάρχουν πιο οπτικά μέσα δημιουργημένα από "visual artists and designers" ή έστω γλώσσες προγραμματισμού οι οποίες θα είναι υβρίδια γλωσσών και κειμένου (μήπως αυτό ήδη γίνεται με το Flash; δε ξέρω). Η πρώτη αντίδραση μου σε αυτό είναι ότι πράγματι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στο να φτιαχτεί πχ ένα καλύτερο Photoshop ή Quarkexpress. Ο Martin Wattenberg προτείνει όμως ότι θα μπορούσε έτσι να επιτευχθεί (αν αποφεύγονταν οι παγίδες) η αποδοτικότερη συνομιλία μας ακόμα και με επιστημονικά δεδομένα και συγκεκρίμενα την οπτικοποίηση/απεικόνιση τους με τρόπο που να αποκαλύπτει τα περισσότερα δυνατά στοιχεία.

Μια άλλη εντυπωσιακή ιδέα ήταν η μελλοντική δημιουργία ενός font που με κάποιο τρόπο θα μπορεί να "ακούει" ή να "μιλάει", δηλαδή να μπορεί να συμπεριλαμβάνει στην εικόνα των χαρακτήρων του τον τόνο της φωνής και κατ' επέκταση ίσως μέρος του συναίσθηματος του ομιλητή/συγγραφέα (Peter Cho). Άλλωστε, σε βάθος χρόνου ο Golan Levin πιστεύει ότι ο υπολογιστής ως μέσο έκφρασης και εργαλείο θα έρθει να επηρέασει τόσο τη φυσιολογία και τη βιολογία μας που θα γίνει αναπόσπαστο στοιχείο μας με τον ίδιο τρόπο που η ομιλία έφερε στον άνθρωπο τις τόσο δραματικές αλλαγές που τον έκαναν αυτό που είναι τώρα. Και φυσικά το αν αυτή η αλληλεπίδραση θα γίνεται με την ακοή, την ομιλία, τις οσμές ή οποιοδήποτε συνδυασμό τους, αν ο υπολογιστής έχει φτερά, ρόδες ή οθόνες δεν έχει τόσο σημασία (σε ένα βαθμό αυτά είναι ήδη παρόντα άλλωστε) όσο το πως θα ταιριάξουν όλα αυτά στη ζωή μας (Elise Co). Εδώ έρχεται ο ρόλος ενός νέου είδους designer (δε μου πολυαρέσει η λέξη) και όχι απλώς ενός enginner που θα κληθεί να παντρέψει το physical κομμάτι με το υπολογιστικό, το πραγματικό με το εικονικό (Daniel Rozin).

Πέρα από τις ιδέες υπάρχουν και διάφορες εκτελέσεις που μου έκαναν εντύπωση. Για παράδειγμα, ο Simon Greenwold, μετέτρεψε την ιεραρχία των folders ενός website σε δωμάτια που ενώνονται μεταξύ τους και στα οποία μπορεί να περιηγηθεί κανείς χρησιμοποιώντας τη μηχανή του Doom (ή του Quake;). Μια εικόνα πολλαπλασιάζεται σε μέγεθος επισυνάπτοντας τμήματα της με επαναληπτικό τρόπο πέρα από τα στενά όρια του "κάδρου" της (Βenjamin Fry). Μια γραμματοσειρά φτιάχνεται με το κάθε γράμμα να είναι η τροχιά μιας μπάλας που αναπηδά σε ένα πλαίσιο (Tom White). O Golan Levin και ο Benjamin Fry πειραματίστηκαν με την αλλοίωση μιας εικόνας όχι άμεσα πάνω της αλλά στο χώρο των συχνοτήτων που την απαρτίζουν (δε βρήκα σύνδεσμο για αυτό). Και περιέργως έπεσα και στη γνώριμη ιδέα της ύπαρξης ενός αριθμού εφαρμογών που θα τρέχουν σε κάποια κεντρική ιστοσελίδα και ο καθένας θα μπορεί να την επισκέπτεται για να κάνει πχ επεξεργασία ήχου, εικόνας και video - αντί να τρέχει τις εφαρμογές στο μηχάνημα του. Η ιδέα είναι γνώριμη επειδή οι κύριοι του Google φημολογείται ότι ετοιμάζουν το ίδιο πράγμα. Αυτό θα πει τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται.

Το πιο αμφιλεγόμενο συναίσθημα που κυριαρχούσε σχεδόν σε όλο το βιβλίο όμως είναι αυτό το "Ε και;" που μου έμενε συχνά όποτε καταλάβαινα τι είχε καταφέρει ο κάθε μαθητής στο project του. Παρόλο δηλαδή που έβλεπα λιγότερο ή περισσότερο τη λογική του (επειδη η λεζάντα την εξηγούσε), έμενα να αναρωτιέμαι το γιατί το έκανε και ποια θα είναι η εφαρμογή του. Το περίεργο ήταν ότι ακόμα και αν δεν υπήρχε χρηστικότητα, δε μπορούσα να το δω ούτε ως τέχνη (όπως μου φάνηκε ότι παρουσιάζονταν κάποια projects). Ίσως τα παραπάνω πρακτικά παραδείγματα (εκτός του τελευταίου) να δείχνουν τι εννοώ. Πέρα από την πιθανή έλλειψη παιδείας μου στο μάθημα των καλλιτεχνικών, ένας λόγος που δε "πιάνω" τι εννοούν είναι ότι ίσως είμαι προκατειλημμένος ότι το ΜΙΤ είναι πιο τεχνολογικού απ' ότι "καλλιτεχνικού" προσανατολισμού. Ως τέτοιο περίμενα ότι έχουν μια πιο πρακτική αντιμετώπιση που μοιάζει λιγότερο με το "ψάχνουμε κι ό,τι βρούμε" και περισσότερο με το "έχουμε σαφείς στόχους που θέλουμε να πετύχουμε". Μου έδωσαν την εντύπωση ότι δεν υπάρχει κάτι που να δένει όλα αυτά τα projects μαζί - μια απτή κοινή κατεύθυνση.

Από την άλλη το μότο του Maeda είναι "Don't think, just do". Παράλληλα (και αυτό είναι το εντυπωσιακό), η συμβουλή του σε όσους θέλουν να έρθουν στην ομάδα του είναι αν έχουν τεχνικό υπόβαθρο να εκπαιδευτούν σε arts ή design, ενώ αν έχουν καλλιτεχνικό υπόβαθρο να μάθουν κάποια πράγματα για προγραμματισμό ή ηλεκτρονικά και μετά μπορεί να ξεκινήσουν. Αν μη τι άλλο, αυτή η άποψη του παραπέμπει περισσότερο σε ένα μάλλον άπιαστο πρότυπο homo universalis - που ίσως είναι αναμενόμενα και ελαφρώς ακατάληπτο από εμάς τους υπόλοιποι.