Τελευταία Mέρα (των εκπτώσεων)
Επήγα εις το Λαμπρόπουλο να κάνω κάτι ψώνια,
Κάτι που είχε να συμβεί από τα πρώτα χιόνια.
Μπλούζες και τζηνς αγόρασα, ζακέτα και παπούτσια,
Κι από όλο το κομπόδεμα μείνανε τα κουκούτσια.
Εκεί είδα και εφώναξα, «Τι όμορφο ζευγάρι!»,
Αυτός είναι επιβήτορας, αυτή είναι μανάρι.
Φίλη μου ήτανε αυτή, μισή Αμερικάνα,
Κοπέλα άξια σεβασμού κι όχι καμιά πουτάνα.
Μόνιμα λέει θε’ να ‘ρθεί απ’ τη Θεσσαλονίκη,
Θα μένει με τον γκόμενο, δε θα ‘χει ούτε νοίκι.
Μα δεν τσ’ αρέσει η ζωή σ’ αυτήν κωλοπόλη,
Που όπως λέει ένα άσμα ροκ, εδώ γαμιούνται όλοι.
Πάω μετά Ομόνοια, μπαίνω στο Hondos Center,
Nα πάρω κάν’να εσώρουχο και βίδες για τη Fender.
Μα ένας gay απ’ την TV δοκίμαζε μπροστά μου,
Καuλιάρικα εσώρουχα κοιτώντας τα απ’ αυτά μου.
Κάποτε εβαρέθηκα ορθός να περιμένω,
Πάω στη στάση του Μετρό και πρώτος-πρώτος μπαίνω.
Εκεί ήταν ένας Αλβανός κάπως μαστουρωμένος,
Οι μπάτσοι τον γυρεύανε και ήτανε κρυμμένος.
Έσκυβε και κρυβότανε σε θέση γαλαρίας,
Κι έβαλε τη χερούκλα του στον κώλο μιας Μαρίας.
Χωρίς κουβέντα αυτή να πει, αμέσως εσηκώθη,
Και μες στον κόσμο τον πολύ επήγε και εχώθη.
Και επιτέλους γύρισα στο σπίτι με τρεις τσάντες,
Και το εφιλοσόφησα απ’ όλες του τις μπάντες.
Λες δίκιο να ‘χουν λέγοντας την Κόλαση Αθήνα;
Μπορεί, μα εγώ πέρασα, σαν κάθε μέρα, φίνα.
----------------------------------------
YΓ. Τα παραπάνω αποτελούν καταγραφή πραγματικών σημερινών γεγονότων, οπότε μην ακούσω τίποτα για ρατσισμούς, ομοφοβίες και λοιπές αηδίες.