Tuesday, June 13, 2006

Ο Míša και το μελίσσι.

Ο Míša βρισκόταν για άλλη μια φορά περικυκλωμένος. Χαμογελούσε παράξενα, ενώ χάζευε τις μελαψές τους φάτσες.

Με το πρώτο χτύπημα στο πρόσωπο, η μνήμη του κύλησε στην πρώτη φορά που είχε βρεθεί σε ανάλογη κατάσταση. Δευτέρα δημοτικού πρέπει να ήταν. Τα ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά του είχαν γίνει στόχος μαυροτσούκαλων νταήδων. Τον είχαν περικυκλώσει στην αυλή. Δε θυμόταν πόσοι ήταν, αυτό που του έκανε πάντα εντύπωση, στην ανάμνηση αυτή, ήταν το φόντο πίσω από τις πλάτες των νταήδων. Το αδιάφορο μελίσσι των παιδιών που τσίριζε τρέχοντας αφοσιωμένο στο παιχνίδι του.

Στο δεύτερο χτύπημα, στο πρόσωπο κι αυτό, αναρωτήθηκε γιατί δεν το έσκασε, γιατί δεν το έσκαγε κάθε φορά που κάποιος τον απειλούσε. «Ηρωισμός» σκέφτηκε και τα άκρα των ματωμένων χειλιών του ανέβηκαν ανεπαίσθητα λίγο ακόμα. Όχι, «ηρωισμός» δεν ήταν σίγουρα, ο ήρωας θυσιάζεται για τους άλλους, αυτός απλώς καθάριζε για την πάρτι του. Όχι, κάτι άλλο ήταν, κάτι που είχε να κάνει με την εξουσία, με την επιβολή της, αλλά περισσότερο δε μπορούσε να το ξεκαθαρίσει μέσα του ή τέλος πάντων δεν πρόλαβε.

Η ροή των σκέψεών του διεκόπη από μια κλωτσιά στο στομάχι. Τον πόνο τον απορρόφησε σχεδόν ηδονικά, ήξερε πως θα τον οδηγούσε σε εκείνη. Πρέπει να ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερή του, είχε τα ίδια χρώματα μαζί του, ξανθή με λευκό δέρμα. Μια δυνατή γροθιά στα νεφρά τον βοήθησε να θυμηθεί. Πήγαιναν μαζί στην ίδια ενισχυτική τάξη για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Από τον Καναδά ήταν, είχε και μια αδερφή από ότι του είχε πει. Ίσως και να ήταν ερωτευμένος μαζί της, το άκρο των χειλιών του ξανασηκώθηκε με αυτή τη σκέψη, τι σημαίνει έρωτας σε εκείνη την ηλικία; Ένα δυνατό χτύπημα στο αυτί ολοκλήρωσε την σκέψη του αυτή και τον λύγισε.

Όπως και να ’ταν, τον είχε σώσει από τους νταήδες τότε. Μια κλωτσιά στο στόμα τον αναποδογύρισε. Με το που έσκασε με το πίσω μέρος του κεφαλιού στο έδαφος ανακάλεσε την εικόνα της, την είδε να πλησιάζει έναν από τους νταήδες και κάτι να του ψιθυρίζει στο αυτί. Στο σήκωμα τον βρήκε μια μπότα στην πλάτη, αλλά η ροή των εικόνων συνεχίστηκε. Την είδε να τον πιάνει από το χέρι και να τον τραβά. Ταυτόχρονα ένιωσε τα δάχτυλά του να λιώνουν κάτω από τις αρβύλες κάποιου. Προσπάθησε να τα τραβήξει αλλά μάταια, όπως και εκείνη είχε προσπαθήσει να τον τραβήξει και βρέθηκε αντιμέτωπη με τη δική του αντίσταση. Ακόμα αισθανόταν εκείνη την πρώτη του φοβισμένη λύσσα. Η λύσσα του, όμως, σίγησε σαν διασταυρώθηκε με το δικό της βλέμμα. Το βλέμμα του καρφώθηκαν στα μάτια ενός τύπου με οπλισμένη γροθιά ενώ αναζητούσε εναγωνίως να θυμηθεί το χρώμα των ματιών της. Πώς μπορούσε να το έχει ξεχάσει; Η γροθιά τον βρήκε στη ρίζα της μύτης και τον γαλήνεψε. Είχε αφεθεί σε εκείνη να τον παρασύρει από το χέρι μακριά από τον κίνδυνο. Την είχε ευχαριστήσει άραγε;

Ένιωσε να τον σηκώνουν. Μετά από μία σύντομη ενδοσκόπηση απεφάνθη ότι κανείς δε τον είχε σώσει από τις μελαψές αγέλες από τότε. Έμαθε να τις αντιμετωπίζει μόνος του. Το έμαθε με μελανιές, γδαρμένα γόνατα και αγκώνες. Κάτι νόμισε πως άκουσε να του λένε, μα δε καταλάβαινε τίποτα και συνέχισε τον ειρμό τον σκέψεών του με τη διαπίστωση ότι στο τέλος μάλλον τον σεβάστηκαν. Μα μια μπουνιά στην κοιλιά τον έκανε να το αναθεωρήσει και να καταλήξει ότι το πιο πιθανό ήταν ότι είχε ενταχθεί στο σύστημά τους. Το σώμα του εγκαταλείφθηκε στην χαρά της πτώσης, ενώ τους έβλεπε να απομακρύνονται. Έτσι κι αλλιώς τελευταία κυνηγούσαν άλλα πρότυπα, άτομα πιο μελαψά από αυτόν. Αυτός είχε για καιρό πια αφεθεί ελεύθερος να ανήκει στο αδιάφορο μελίσσι. Αλλά να, που τον ξαναθυμήθηκαν. Ένα αποχαιρετιστήριο λάκτισμα τον βρήκε στο πίσω μέρος του κεφαλιού.

Για λίγο όλα σκοτείνιασαν, μετά είδε το προτεταμένο της λευκό χέρι. Αυτόματα πήγε να την ευχαριστήσει, αλλά συνειδητοποίησε ότι ούτε το όνομά της θυμόταν. Η ντροπή διαχύθηκε βαθιά μέσα στην ψυχή του. Το κεφάλι του υψώθηκε να την αντικρίσει και ένα γέλιο χαράς σχηματίστηκε στο πρόσωπό του. Ευτυχώς το χρώμα των ματιών της δεν το είχε ξεχάσει, απλά δεν είχε μάτια.

Labels:

3 Comments:

Blogger Thrass said...

OK, την τελευταία πρόταση δεν την έπιασα.

Fri Jun 16, 12:48:00 AM 2006  
Blogger ggl said...

Η τελευταία παράγραφο είναι παραίσθηση. Στην παραίσθησή του λοιπόν εκείνη έχει πάρει τη μορφή της δικαιοσύνης. Το γιατί προτιμώ να το αφήσω να αιωρείται.

Fri Jun 16, 02:11:00 PM 2006  
Blogger Ντιάνα Η. said...

.....ναι, η τελευταία φράση είναι όλα τα λεφτά!!

Διαβάζοντάς το είχα την αίσθηση ότι κάτι κρύβεται από πίσω....Η περιγραφή των χτυπημάτων αλλά και η ηδονή που αιωρείται στον αέρα από μέρος του θύματος, με έκαναν να σκεφτώ αυτόν τον λίγο "αλαζονικό" ηρωισμό μας πολλές φορές απέναντι στην αδικία. Εγώ προσωπικά είχα για πολλά χρόνια τάση ...προς τέτοιου είδους θεωρήσεις των πραγμάτων αλλά μάλλον νιώθω καλύτερα τώρα που συνειδητοποίησα ότι η δικαιοσύνη είναι χωρίς μάτια.

Χμ, στη πραγματικότητα ούτε η αδικία ούτε η διακιοσύνη έχουν άλλα μάτια εκτός από τα δικά μας.Ετσι νομίζω..:)

Sun Jun 18, 07:11:00 PM 2006  

Post a Comment

<< Home