Περί γκρίνιας
(ή Σοβαροφανείς φιλοσοφίες κι αυτοσαρκασμοί)
Σκέφτομαι ότι υπάρχουν δύο είδη γκρίνιας. Το ένα μοιάζει περισσότερο με τη μεμψιμοιρία που πολλοί προσάπτουν στους Έλληνες. Έχει να κάνει με την στάση ότι τα πράγματα δε θα πάνε κατ' ευχήν στο μέλλον ή ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει σε μια δυσάρεστη κατάσταση. Η γκρίνια αυτή μπορεί να έχει είτε ως αιτία είτε ως αποτέλεσμα την παραίτηση και την έλλειψη δραστηριοποίησης. Παρόλη την απαισιοδοξία αυτής της στάσης, έχει και ένα 'ενεργητικό' στοιχείο. Αυτό είναι ότι για να γκρινιάξεις (με αυτό το τρόπο) πρέπει να πάρεις την πρωτοβουλία να το κάνεις. Είτε από δική σου σκέψη είτε κατόπιν ερωτήσεως άλλου, 'διαλέγεις' να υιοθετήσεις αυτή τη στάση.
Υπάρχει και το άλλο είδος όμως το οποίο είναι πιο λανθάνον και καθημερινό ίσως. Ενώ το πρώτο μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά βούληση (και συνειδητά ίσως από ένα σημείο και μετά), το δεύτερο είδος έχει την ιδιότητα ότι προκύπτει σε μια κουβέντα ή ακόμα και σε ένα απλό καθημερινό σχόλιο έξω από συγκεκριμένη συζήτηση, χωρίς να το καταλάβουμε. Απλά εκεί που μας δίνεται (και συχνά περνάει απαρατήρητη) η επιλογή μεταξύ του να δούμε μια κατάσταση με ενθαρρυντικό ή εποικοδομητικό τρόπο (αυτό που κάποιος άλλος θα έλεγε 'τη θετική πλευρά') και του να την αντιμετωπίσουμε με στάση που φθείρει έστω ελάχιστα εμάς ή κάποιον άλλο (η 'αρνητική πλευρά'), εμείς διαλέγουμε το δεύτερο. Σχεδόν τίποτα δε βλέπουμε να συμβαίνει ως αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές. Συχνά μάλιστα τέτοια σχόλια περνάνε απαρατήρητα - χρειάζεται να κατοικούν ικανές ποσότητες ζωντανής ευαισθησίας ή και υπερευαισθησίας μέσα στον ομιλητή ή τον ακροατή για να γίνουν αντιληπτά. Αλλά πότε-πότε ένα τέτοιο σχόλιο μας αγγίζει ξώφαλτσα και αφήνει το ελάχιστο κουραστικό στίγμα του πάνω μας. Τέτοια περιστάτικα δεν άπτονται σημαντικών ζητημάτων - γιατί αυτά τα σκεφτόμαστε διεξοδικότερα - αλλά μάλλον καθημερινά θέματα που τα χειριζόμαστε περίπου αψήφιστα. Ίσως γιατί δεν μπορούμε να έχουμε το νου μας μόνιμα στα πάντα. Πιστεύω πάντως ότι συνολικά (και χωρίς να υπάρχει τρόπος να εξακριβωθεί αυτό) αν τις περισσότερες φορές που έχουμε αφεθεί ρέπουμε να επιβαρυνθούμε με την γκρίνια αυτού του είδους (ή αντίστοιχα να δεχθούμε την χαλαρότητα της απέναντι όχθης της) αυτό γίνεται αντιληπτό τελικά. Και λίγο-λίγο αφήνει τη σφραγίδα του στο ίχνος που αφήνουμε πίσω μας.
ΥΓ Δεν ξέρω αν είναι προφανές αλλά παράλληλα με τη συγγραφή αυτού του κειμένου διάβαζα και τη Δίκη που έδινε μια εφημερίδα κάποιες βδομάδες πριν.
Labels: social
0 Comments:
Post a Comment
<< Home